Στις εσχατιές της
κεντρικής Σαχάρας, στο νοτιότερο άκρο της Αλγερίας, χαμένη στα βασαλτικά τοπία,
βρίσκεται η Ταμανρασέτ η οποία χαρακτηρίζεται από πλούσια και σημαντική
κληρονομιά. Πρόκειται για το μεγαλύτερο κέντρο της Αλγερίας που κατοικείται από
τους Τουαρέγκ, τους κυρίαρχους της ερήμου, τους σκληροτράχηλους ανθρώπους με τα
καλυμμένα πρόσωπα.
Ο πληθυσμός των Τουαρέγκ στη Σαχάρα περιλαμβάνει πάνω από
1.000.000 ψυχές διασπαρμένες σε 5 χώρες: στον Νίγηρα όπου ζει το μεγαλύτερο
κομμάτι, στο Μάλι που διαθέτει μια
μεγάλη κοινότητα, στην Μπουργκίνα Φάσο και στην Λιβύη όπου βρίσκονται μερικές χιλιάδες και στην Αλγερία όπου ζουν 30.000
Τουαρέγκ.
Οι Τουαρέγκ (Touareg) ή Ιμουάρ (Imouahar) είναι λαός μεσογειακός, σημιτοχαμητικής
καταγωγής, δηλαδή Βέρβεροι οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στις νότιες ορεινές περιοχές
της Σαχάρας γύρω στο 800μ.Χ. για ν' αποφύγουν τον βίαιο εξισλαμισμό του Βορρά.
Οι Βέρβεροι ήταν παγανιστές, με τις δικές τους αρχέγονες θρησκείες και δεν
είχαν καμία διάθεση ν' ασπαστούν το Ισλάμ. Όταν εισέβαλαν οι Άραβες κι άρχισαν
να εξισλαμίζουν βίαια τους ντόπιους, αρκετοί απ' αυτούς αποτραβήχτηκαν στα
νότια. Δεν σημαίνει όμως ότι
ήταν και οι μοναδικοί κάτοικοι της Σαχάρας. Στην περιοχή υπάρχουν βραχογραφίες
6.000-7.000 ετών που απεικονίζουν άγρια ζώα, ζαρκάδια, ελάφια, καμηλοπαρδάλεις, βίσονες και άλογα. Άρα κάποιοι κατοικούσαν στη Σαχάρα και ήξεραν τα μονοπάτια
του νερού (γιατί το άλογο δεν αντέχει όπως η καμήλα, θέλει τακτικά νερό) ή
τουλάχιστον πέρναγαν. Το ποιοι κατοικούσαν στη Σαχάρα χιλιάδες χρόνια πριν
είναι λίγο ασαφές. Από τα οστά που βρίσκουν σε ανασκαφές, καταλήγουν στο
συμπέρασμα ότι ήταν λαοί του Νίγηρα, Αφρικανοί. Οι Τουαρέγκ δηλαδή είναι μια
νεώτερη άφιξη κατά το 8ο αι.μΧ.
Έχουν
διατυπωθεί πολλές απόψεις για την προέλευση αυτών των Βέρβερων, τους οποίους
θεωρούσαν απογόνους σταυροφόρων, που είχαν απωθηθεί στο εσωτερικό της ερήμου, ή
ακόμη και κατοίκων της μυθικής Ατλαντίδος.
Οι καλυπτροφόροι άνδρες ή «μπλε»
άνδρες, όπως αποκαλούν τους Τουαρέγκ, από τα πολύ παλιά χρόνια αποτελούσαν θέμα
για τις πιο φανταστικές ερμηνείες!!!
Εγκαταστάθηκαν λοιπόν
εδώ στην περιοχή οι Τουαρέγκ σε πρόχειρους καταυλισμούς, είτε μόνιμα είτε
σποραδικά, γιατί υπήρχε νερό, πόλεις δεν χρειάζονταν όντας λαός νομαδικός, και
από το 800-1900 γίνονται κυρίαρχοι σ' ένα μέρος ερημικό, άνυδρο και μεγάλο όσο
η δυτική Ευρώπη.
Ζώντας από το εμπόριο με τα καραβάνια και τις συναλλαγές, έλεγχαν το εμπόριο όλης της Σαχάρας, επιβάλλοντας φόρους και στα καραβάνια. Τα
καραβάνια έφερναν σκλάβους, ελεφαντόδοντο και χρυσάφι από την ακτή της Γκάνα,
διαμέσου της περιοχής του Νίγηρα έφταναν στο Αγκαντέζ- δεύτερη μεγάλη πόλη των
Τουαρέγκ στην Αφρική, ανήκει στον Νίγηρα- μετά στην Ταμανρασέτ, εν συνεχεία
στην Γκαρντάϊα και κατέληγαν στο Αλγέρι,
επάνω στους πειρατές. Υπήρχε δηλαδή μια αλυσίδα δρόμων, απλά ήταν γνωστή σε
λίγους. Όλα αυτά τα χρόνια λευκός δεν είχε περάσει από εδώ ούτε για δείγμα. Κατά το 1750 ο Σίντι ακ
Μοχάμεντ ελ Κείζ (Sidi Aq Mohamed El Kheiz) και.. άλλα πέντε ονόματα
ενθρονίζεται ως ο πρώτος «αμενοκάρ» (παραδοσιακός ηγέτης των Τουαρέγκ). Γύρω
στο 1850 άρχισαν να καταφτάνουν οι Γάλλοι με διάφορες αποστολές και
ακολουθώντας τα παραδοσιακά καραβάνια ξεκίνησαν να εξερευνούν την Σαχάρα.
Μέχρι
τότε η Σαχάρα δεν ήταν γνωστή στους Ευρωπαίους, ήξεραν μόνο τις παράκτιες
πόλεις της Αλγερίας, της Λιβύης, του Μαρόκου. Το εσωτερικό ήταν άγνωστο. Κι εδώ
αρχίζει το ενδιαφέρον της ιστορίας: οι Γάλλοι αποφάσισαν να υποτάξουν αυτή την
περιοχή των 3.000.000τ.χλμ. κι έτσι μαζί με τα καραβάνια των εμπόρων άρχισαν να
καταφτάνουν στρατιωτικοί, διοικητικοί, ιεραπόστολοι.. Από το 1850 που έφτασαν
στην περιοχή αντιμετώπισαν μια ένοπλη αντίσταση που διήρκεσε πάνω από εξήντα
χρόνια.
Το 1900 εμφανίζεται εδώ
μια φυσιογνωμία ονόματι Σαρλ Φουκό,
Γάλλος ιεραπόστολος από πλούσια οικογένεια του Στρασβούργου. Η Ταμανρασέτ τότε
δεν ήταν τίποτε περισσότερο από ένα γαλλικό οχυρό, στο οποίο στεγάζονταν οι
Γάλλοι στρατιώτες, δυο-τρεις αποθήκες και γραφεία. Ερχόμενος εδώ ο Φουκώ
-λέγεται ότι ήρθε από εσωτερική του ανάγκη-μεθόδευσε και έκτισε το μικρό του
φρούριο «ερημητήριο» για λόγους ασφαλείας, όπως του υπέδειξαν οι Γάλλοι
στρατιώτες, λόγω του ότι στην περιοχή υπήρχαν συνεχείς συγκρούσεις. Με τον
καιρό συνήψε φιλικές σχέσεις με μια μικρή μερίδα Τουαρέγκ, κέρδισε τη συμπάθειά
τους, άρχισε να τους βοηθάει, να τους δείχνει μοντέρνα συστήματα επιβίωσης,
εκχριστιάνισε και μερικούς, παρ' ότι λέγεται ότι δεν ανήκε στην κατηγορία των
παθιασμένων ιεραποστόλων. Ο Φουκό έμεινε αρκετά χρόνια στην περιοχή των
Τουαρέγκ, από το 1900 έως το 1916, αλλά κάποια στιγμή τα πράγματα έγιναν γι'
αυτόν δυσάρεστα.
Κάποιοι τον θεωρούσαν κατάσκοπο (γνωρίζουμε βεβαίως πολύ καλά
ότι οι ανά τον κόσμο ιεραπόστολοι ήταν συστρατευόμενοι με την εξουσία) κι έτσι
δολοφονήθηκε το 1916, μέσα στο φρούριό του, από έναν δεκαεξάχρονο Τουαρέγκ. Αυτή
την περίοδο πραγματοποιήθηκε και η μεγάλη εισβολή των γαλλικών στρατευμάτων
στην Σαχάρα. Μετά την παράδοσή τους, το 1917, οι Τουαρέγκ συνεχίζουν να μην
αποδέχονται τη γαλλική κυριαρχία και αναδιπλώθηκαν στον εαυτό τους: αρνήθηκαν
να συνεργαστούν, αρνήθηκαν να στείλουν τα παιδιά τους στο σχολείο...
Την εποχή που μια σειρά
κρατών κέρδισαν την ανεξαρτησία τους, στις αρχές της δεκαετίας του '60, η
Σαχάρα μοιράζεται ανάμεσα στην Αλγερία, τη Νιγηρία και το Μάλι.
Τα σύνορα
δυσχεραίνουν την ελεύθερη διακίνηση των ανθρώπων και των κοπαδιών τους,
μειώνοντας έτσι ένα πεδίο δράσης ζωτικό σε περίοδο ξηρασίας. Με την ίδρυση των
νέων κρατών οι Τουαρέγκ γίνονται μειονότητα μέσα στα πατρώα εδάφη τους, το
εμπόριο μέσω της Σαχάρας διακόπτεται, οι συναλλαγές ανάμεσα στις παράκτιες
πόλεις και τις πόλεις του Σαχέλ γίνονται επισφαλείς και τα βασικά προϊόντα-αλάτι,
ζάχαρη, χουρμάδες, τσάι, σιμιγδάλι-αλλά και ζώα υπόκεινται σε τελωνειακούς
δασμούς. Στα νεοϊδρυθέντα κράτη οι Τουαρέγκ μπαίνουν στο περιθώριο της
διοίκησης. Πληρώνουν έτσι την προηγούμενη κυριαρχική θέση τους, την άρνησή τους
να φοιτήσουν σε σχολεία και να εγκαταλείψουν τη νομαδική ζωή. Σημειωτέον ότι τα
σύνορα προέκυψαν μετά την αποχώρηση των Γάλλων, το 1962, οι οποίοι τράβηξαν
ευθείες γραμμές και είπαν: από εκεί και κάτω ο Νίγηρας, από εκεί το Μάλι, η Μπουργκίνα
Φάσο, η Λιβύη. Έτσι χωρίστηκαν οι λαοί εκατέρωθεν των συνόρων χωρίς να είναι
σύμφωνοι…
Στο Μάλι, το 1963, μία
ένοπλη εξέγερση πνίγεται στο αίμα, οδηγώντας σε μια μεγάλη μετατόπιση προς τις
γειτονικές χώρες. Στη Λιβύη η αναγκαστική εγκατάλειψη της νομαδικής ζωής την
περίοδο '60-'62 περνάει απαρατήρητη. Στην Αλγερία αφομοιώνονται υποχρεωτικά και
δεν παίζουν κανένα ρόλο στο δημογραφικό, πολιτικό, και οικονομικό τομέα. Στην
Μπουργκίνα Φάσο δεν αποτελούν παρά μια ανίσχυρη μειονότητα αγροτοποιμένων. Στον
Νίγηρα και στο Μάλι, το βόρειο τμήμα της χώρας όπου ζουν οι Τουαρέγκ έχει
αποκλειστεί απ' όλα τα προγράμματα ανάπτυξης. Οι απανωτές ξηρασίες των ετών
1973-74 και 1984-1985 επιταχύνουν την
πορεία της περιθωριοποίησης και της ένδειας. Η ερήμωση εντείνεται, άνθρωποι και
ζώα πεθαίνουν κατά χιλιάδες, οι επιζώντες επιχειρούν να καταλάβουν βοσκοτόπια
του Νότου, ξεσπούν σφοδρές συγκρούσεις και αρκετές χιλιάδες Τουαρέγκ από τον Νίγηρα και το Μάλι
βρίσκουν καταφύγιο στα Νότια της Αλγερίας, όπου χωρίς κοπάδια και πόρους ζωής
γίνονται προστατευόμενοι. Μια νέα τάξη Τουαρέγκ γεννιέται, αυτή των «Ισουμάρ» που σημαίνει άνεργοι.
Το 1986 η Αλγερία
αποφασίζει επίσημα να διώξει τους 20.000-30.000 Τουαρέγκ από το Μάλι και τον
Νίγηρα που είχαν εγκατασταθεί στο έδαφός της, εκφράζοντας έτσι την απροθυμία της να
συνεχίσει να δέχεται στις ευπαθείς νότιες περιοχές της «ασταθείς πληθυσμούς» οι
οποίοι με τις μετακινήσεις τους παρεμποδίζουν τον έλεγχο των συνόρων. Το 1986 οι κυβερνήσεις του Νίγηρα και του Μάλι
προτείνουν στους πρόσφυγες της Αλγερίας να επιστρέψουν, υποσχόμενες να βοηθήσουν
την επανένταξή τους. Αυτοί που τολμούν να γυρίσουν στοιβάζονται σε στρατόπεδα
και δεν τους δίνεται ποτέ η βοήθεια που τους είχαν υποσχεθεί. Τον Μάιο του 1990
Τουαρέγκ στον Νίγηρα επιτίθενται στη φυλακή του Τσιν-Ταμπαρέν. Ο στρατός,
ανίκανος να συλλάβει τους ενόχους, επιδίδεται σε αντίποινα σε βάρος του άμαχου
πληθυσμού και σφαγιάζει περίπου 200 άτομα.
Η πληγή που προκαλεί αυτό το
μακελειό γίνεται αισθητή σε όλη την περιοχή των Τουαρέγκ, αλλά και το έναυσμα
για τη δημιουργία ριζοσπαστικών κινημάτων με στόχο την εγκαθίδρυση της
Ανεξάρτητης Δημοκρατίας της Σαχάρας, η οποία θα περιλαμβάνει όλα αυτά τα έρημα
εδάφη, νότια Αλγερία, βόρειο Μάλι, νότια Λιβύη, ένα κράτος Σαχαριανό, εντελώς
στο εσωτερικό της Αφρικής. Έτσι, αυτοί
που κατείχαν τα μυστικά της ερήμου ξεκίνησαν αντάρτικο, επιτιθέμενοι σε
καραβάνια, σε αποστολές του στρατού και της αστυνομίας. Στα βόρεια σύνορα του
Μάλι και του Νίγηρα και στα νότια της Αλγερίας ξέσπασε μια αναταραχή που
διήρκεσε σχεδόν δέκα χρόνια, με απολογισμό της σύρραξης χιλιάδες νεκρούς και δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες.
Κάποια στιγμή, έπειτα
από δύσκολες διαπραγματεύσεις, αναγκάστηκαν να συμβιβαστούν, με τη διασφάλιση ότι τα κράτη
θα δίνουν ένα μέρος του προϋπολογισμού τους στους Τουαρέγκ, σε κάποιο όργανο που τους
αντιπροσωπεύει, δηλαδή τον «αμενοκάλ», ο οποίος θα φροντίζει γι' αυτά που δεν
είχαν φροντίσει μέχρι τότε. Τη δημιουργία της Ανεξάρτητης Δημοκρατίας της
Σαχάρας υποστήριζε την περίοδο εκείνη ο Καντάφι. Το καθεστώς της Λιβύης ενθάρρυνε αυτά τα κινήματα, γιατί ήλπιζε μ'
αυτόν τον τρόπο να ελέγχει όλα αυτά τα εδάφη μέσω των δικών του ανθρώπων.
Βοήθησε λοιπόν στην αποσταθεροποίηση το καθεστώς της Λιβύης, αλλά αργότερα,
όταν αναγκάστηκε το ίδιο να προσαρμοστεί και να ενδώσει στους Δυτικούς, εξέλειπε
η υποστήριξη και έτσι επήλθε ο συμβιβασμός.
Οι Τουαρέγκ αφού εξασφάλισαν αυτά
που δικαιούνταν σταμάτησαν τον εμφύλιο, επήλθε ηρεμία κινείτο κανείς «σχετικά»
άνετα στις περιοχές αυτές. Όμως, όπως αποδεικνύουν τα γεγονότα, η ανησυχία και
η αβεβαιότητα υπήρχαν και θα υπάρχουν, γιατί είναι πολύ «εύθραυστη» η ειρήνη
στις περιοχές αυτές. Γιατί όσο μεγαλύτερο είναι το οικοδόμημα που υψώνεις πάνω
σε σαθρή βάση, τόσο σφοδρότερη είναι και
η πτώση του.