Friday, April 26, 2019

Αλγερία: η πεντάπολης της κοιλάδας Μ’ζαμπ

, ως ακέραιο παράδειγμα παραδοσιακού ανθρώπινου οικότοπου τέλεια προσαρμοσμένου στο περιβάλλον.


H Κοιλάδα Μ'Ζαμπ είναι μια Εδέμ στη έρημο της Βόρειας Σαχάρας στην περιοχή Γκαρνταϊα της Αλγερίας. Βρίσκεται 600 χλμ. νότια του Αλγερίου,  στην καρδιά της άγονης και άχαρης ερήμου, στο τελευταίο κομμάτι του μεγάλου Δυτικού Erg. Εδώ έχουν καταφύγει οι οπαδοί της μουσουλμανικής αίρεσης των Ibadis, που είναι ο μετριοπαθής κάδος των Kharijites, πουριτανική ισλαμική αίρεση που αποσπάστηκε από το κύριο ρεύμα τον 11ο αιώνα.

Ο πληθυσμός του Ibadis είναι πολύ μικρός σε σύγκριση με τις σουνίτες και τις σιίτες. Υπάρχουν περίπου 2.72 εκατομμύρια Ibadis παγκοσμίως, οι περισσότεροι από τους οποίους ζουν στο Ομάν . Υπάρχουν επίσης μικρές κοινότητες Ibadis στη Ζανζιβάρη, Τριπολιτάνια στη Λιβύη, στο νησί Jerba στην Τυνησία και στην περιοχή M’zab της Αλγερίας. Kαταχωρήθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO το 1982, ως ακέραιο παράδειγμα παραδοσιακού ανθρώπινου οικότοπου τέλεια προσαρμοσμένου στο περιβάλλον.


Η κοιλάδα Μ'ζαμπ απαρτίζεται από πέντε "περιτειχισμένα χωριά" (Ksour) που βρίσκονται σε βραχώδεις εκτάσεις κατά μήκος της Κοιλάδας,  την Ghardaia, την Beni-Izquen, τη Melika, την El-Atteuf και την Bounoura και είναι συλλογικά γνωστά ως η Πεντάπολης. Όμως η Ghardaia είναι  αυτή που έχει δώσει το όνομά της στην πεντάπολη, λόγω του ότι είναι η μεγαλύτερη, η πιο δραστήρια, συγκοινωνιακό κέντρο και το έμβλημα του εμπορίου και της βιομηχανίας της Σαχάρας. Οι πόλεις είναι ομοιόμορφα κτισμένες σύμφωνα με την πρωτότυπη αρχιτεκτονική των Ibadis.


Οι Μ’ζαμπίτες, Βέρβεροι στην καταγωγή, άρχισαν να μεταναστεύουν από τις βόρειες περιοχές της Αλγερίας και του Μαγκρέμπ το 702μ.χ. όταν  οι Άραβες εισέβαλαν στην  Αλγερία και άρχισε ο βίαιος προσηλυτισμός και οι θρησκειολογικοί και θεολογικοί διαπληκτισμοί, από τις διάφορες αντιμαχόμενες ομάδες για το ποιος θα διαδεχθεί τον Μωάμεθ μετά τον θάνατό του. Τότε προέκυψαν διάφορα δόγματα και οπαδοί διαφόρων τάσεων και έτσι ξεκίνησε ένα είδος εμφύλιου, θρησκευτικού πολέμου, ανάμεσα στο Ισλάμ, το καινοφανές εκείνης της περιόδου. Τότε οι Μ΄ζαμπίτες κατηφόρισαν στην κοιλάδα Μ’ζαμπ, από την οποία πήραν το όνομα και άρχισαν σιγά-σιγά να κτίζουν τις πόλεις τους. Αυτό έγινε περίπου μέσα σε 80 χρόνια, εξελικτικά, άρχισαν να καταφτάνουν από τις περιοχές του Μαγκρέμπ και να κατοικούν εδώ, με σκοπό ν’ αποφύγουν τη φυλετική διάσπαση και να διατηρήσουν την παράδοση. Ήρθαν σ’ αυτά τα μέρη τα οποία ήταν ακατοίκητα αλλά είχαν νερό, είχαν πράσινο κι έτσι μπορούσαν να επιβιώσουν.
Η Γκαρντάϊα άρχισε να θεριεύει από τον 10μ.χ. αι. όταν ανέτειλε μια μεγάλη δυναστεία σ’ αυτό που σήμερα είναι Μαρόκο (τα σύνορα βεβαίως προέκυψαν μετά τους Γάλλους, τότε ήταν μια ενιαία έκταση). Αναδύθηκε τότε από την αφάνεια των ασήμαντων οικισμών ή των οργανωμένων φυλών των Βερβέρων η δυναστεία των Αλμοραβιδών. Οι Αλμοραβίδες είχαν έδρα το Μαρακές, το οποίο έγινε αργότερα και έδρα πολλών άλλων δυναστειών. Κατάφεραν απ’ εκεί να κυβερνήσουν όλη αυτή την γωνιά της Αφρικής που ονομάζεται Μαγκρέμπ. Η εξουσία τους έφτανε μέχρι την Chinquetti, την έβδομη πόλη του Ισλάμ που είναι μέσα στην Μαυριτανία, μέχρι τον ποταμό Σενεγάλη που χωρίζει τη Μαυριτανία από τη Σενεγάλη και έφτανε μέχρι τη Γκαρντάϊα. 
Ήλεγχαν το δρόμο των καραβανιών μέχρι την Tamanrasset και μέχρι τις παρυφές της Agadez. Εκεί σταματούσε η εξουσία τους. Η δημιουργία λοιπόν ενός κράτους, ενός βασιλείου τον 10μ.Χ.αι. στη Σαχάρα άλλαξε αμέσως το σκηνικό. Επέτρεψε στα καραβάνια να κινούνται άνετα, χωρίς φόβο, στην επικράτεια ενός κράτους, άσχετα αν είναι δύσκολο πολύ να περιπολείς αυτές τις αχανείς εκτάσεις των εκατομμυρίων τετραγωνικών χιλιομέτρων. Παρ’ όλα αυτά, ήξερε κανείς ότι ξεκίναγε από έναν τόπο, έφτανε σ’ έναν άλλον κι’ ήτανε στην ίδια χώρα, εφαρμόζονταν οι ίδιοι νόμοι και κανόνες. Οι Αλμοραβίδες από το Μαρακές, λόγω της εξέχουσας γεωγραφικής τους θέσης, είχαν διανοίξει τρείς μεγάλους άξονες. Τον άξονα Μαρακές-Τιμιμούν-Αντράρ όπου κατέληγαν τα καραβάνια με τους σκλάβους, το χρυσό και τα ελεφαντόδοντα. Ο δεύτερος άξονας πήγαινε προς τη  Γκαρντάϊα περνώντας πάνω από το μεγάλο δυτικό Erg και ο τρίτος κατέβαινε κατά μήκος των ακτών του Ατλαντικού και τερμάτιζε στο Chinguetti ( ο δρόμος για το Chinguetti άνοιξε κυρίως γιατί ήταν ιερή πόλη).
Μ’ αυτούς λοιπόν τους τρεις άξονες ήλεγχαν το εσωτερικό τα Σαχάρας το οποίο είχε περιέλθει στη δικαιοδοσία τους. Η Γκαρντάϊα ήταν η τελευταία πόλη πριν από την ανάβαση στο οροπέδιο που σε φέρνει επάνω στον Άτλαντα, και μετά βρίσκεσαι από την άλλη πλευρά, προς τη Μεσόγειο. Εδώ τερμάτιζαν όλα τ’ αγαθά και απ’ εδώ διατίθονταν  στις άλλες αγορές επ’ αγαθώ της αυλής των Αλμοραβιδών. Οι Αλμοραβίδες κυβέρνησαν 110 χρόνια, πολύ μεγάλη περίοδος για την εποχή εκείνη και σ’ αυτούς οφείλεται η οργάνωση των κοινωνιών μέσα στη Σαχάρα. Η Γκαρντάϊα λοιπόν θέριεψε όταν το εμπόριο των Αλμοραβιδών κατέληγε με ασφάλεια στα χέρια των Μ’ζαμπιτών. Οι Μ’ζαμπίτες αποδείχτηκαν δαιμόνιοι έμποροι και χάρη σ’ αυτούς διακινήθηκε το εμπόριο τη μεταισλαμική περίοδο στη βόρειο Αλγερία, στο Μαγκρέμπ. Αυτό το κομμάτι τα Σαχάρας που ήταν υπό τον έλεγχο των Αλμοραβιδών επηρέασε όλα τα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα τα επόμενα χρόνια. Τ’ άλλα κομμάτια της Σαχάρας είτε δεν πέρασαν ποτέ κάτω από κάποια δυναστεία, είτε κυβερνήθηκαν από τους ηγεμόνες της Αιγύπτου και ιδιαίτερα του Καΐρου. Εκείνη την εποχή οι Μ’ζαμπίτες πλησίασαν τους Ibadis οι οποίοι τους έμαθαν σιγά-σιγά το δόγμα τους.

Οι Ibadis ήταν οι οπαδοί του ιερωμένου Jabir Ibn Zayd, ο οποίος αναγνωρίστηκε σαν προσωπικότητα ως ο Νέστωρας του Ισλάμ. Αυτοί εγκατέλειψαν τη Βασόρα, την οποία τα βιβλία αποκαλούν τότε Περσία, μετά τη δολοφονία του γαμπρού του Μωάμεθ, Αλή, το 661μ.χ. κι εγκαταστάθηκαν στην Τυνησία. Από εκεί ανασυγκροτήθηκαν, πέρασαν τα χρόνια και οι επίγονοί τους κατέφυγαν εδώ στις περιοχές του Μ’ζαμπ και εγκαταστάθηκαν στην κοιλάδα μαζί με τους άλλους Μ’ζαμπίτες που ήταν ήδη εδώ. Δεν ήταν καμία παράδοξη αίρεση, ήταν όμως οπαδοί της ειρήνης και του μη πολέμου μεταξύ των μουσουλμάνων. Οι  Ibadis διαχώρισαν τη θέση τους και έγιναν οι Χαριτζά, δηλ οι αποσχιζόμενοι, οι οποίοι δεν ήθελαν να έχουν καμία σχέση ούτε με τους σιΐτες ούτε με τους σουνίτες γιατί και οι δύο ήταν ενάντια στο πνεύμα της ομόνοιας και του κοινού αγώνα και γιατί θεωρούσαν ότι γύρευαν αφορμή για να σκοτώνονται μεταξύ τους παρά να εφαρμόζουν και να διαδίδουν το λόγο του θεού.  Έτσι γεννήθηκε αυτή η ιδιαίτερη θρησκευτική ομάδα των Μ’ζαμπιτών που εκτός του ότι ξέκοψαν από τους υπόλοιπους και διατηρούν την παράδοση συν τοις άλλοις ακολουθούν το δόγμα του Jabir Ibn Zayd, του Νέστωρα των μουσουλμάνων των πρώτων αιώνων του Ισλάμ. Έτσι, από το 1070 άρχισαν να χτίζονται αυτές οι πόλεις της κοιλάδας Μ’ζαμπ. Μέχρι τότε, κατοικούσαν άνθρωποι, υπήρχαν κάποια προπύργια στους λόφους αλλά δεν είχαμε αυτό το αρχιτεκτονικό φαινόμενο το οποίο θα ονομάσουμε αρχιτεκτονική των Ibadis.
Αρχιτεκτονική των Ibadis
Οι πόλεις είναι τόσο ίδιες, τόσο ομοιόμορφες, με λίγα μόνο στοιχεία διαφοροποίησης που μπορεί να μπερδευτείς ποια πόλη βλέπεις. Βλέπεις την Melika, την Ghardaia, την  El’Atteuf. Η μόνη που διαφέρει αρκετά είναι η  Beni Izquen, γιατί σ’ αυτήν σώζονται ακόμη τα τείχη που περικλείουν την πόλη. Επισκεφτήκαμε διάφορες γωνιές, ορισμένες από τις πέντε πόλεις τις περπατήσαμε, άλλες τις είδαμε από καλή οπτική γωνία για φωτογράφηση και βιώσαμε την ατμόσφαιρα της μεσαιωνικής Αλγερίας όπως αυτή επιβιώνει ακόμη στους δρόμους και τα σοκάκια της πεντάπολης.
Η El’ Atteuf  ήταν η πρώτη πολιτεία που ιδρύθηκε στον ξεροπόταμο M’zab το 1012. Είναι η γιαγιά των πόλεων, η πιο μεγάλη, η πιο παλιά. Μέσα στην πόλη απαγορεύεται αυστηρά το κάπνισμα, η φωτογράφηση των ανθρώπων, το ντύσιμο το επισφαλές. Μια πόλη χιλιετίας, Σουδανικής αρχιτεκτονικής, ενσωματωμένη μέσα σε τείχη. Μια αρχιτεκτονική χωρίς κάποιο μελετημένο σχέδιο, αλλά απόλυτα εναρμονισμένη με το περιβάλλον, εχοντας εμπνεύσει πολλούς αρχιτέκτονες ανάμεσα στους οποίους ο Corbusier. Όταν ήρθε ο Corbusier εδώ, αυτός ο μέγας αρχιτέκτονας και πολεοδόμος, εκστασιάστηκε από τις φόρμες, την απλότητα και την προσαρμογή των κτισμάτων μέσα στο χώρο. Αλλά εκεί που έμεινε εμβρόντητος, ήταν το ταπεινό τζαμί του Sid Brahim, του 1012, το οποίο έχει κατασκευαστεί από ένα σύνολο άνισων αψίδων ανοιχτών προς τη φύση. Οι φόρμες, ο τρόπος που κτίστηκε είναι αυτό που ο Corbusier αποκάλεσε ενστικτώδης αρχιτεκτονική. Τρελάθηκε από τον τρόπο που οι άνθρωποι αυτοί, αμόρφωτοι αγρότες, μπορούσαν και προσαρμόζανε την τεχνική της λαϊκής αρχιτεκτονικής επάνω στα κτίσματα δημιουργώντας λιτά, αλλά πλαστικά έργα. Εμπνευσμένος απ’ αυτή την ιδέα των Μ’ζαμπιτών, πήγε και έκτισε στο Le Rose την εκκλησία της Παναγίας. Από τότε, αποτέλεσε πρότυπο και σημείο αναφοράς όλων των πολεοδόμων του κόσμου και πολλοί παρήλασαν από την El Atteuf.
Η Beni Izquen, η μονάκριβη και απόρρητη είναι περιτριγυρισμένη από προπύργια και κλεισμένη με δυο πόρτες. Δέχεται ελάχιστους επισκέπτες γύρω στις τέσσερις το απόγευμα. Η επίσκεψη διαρκεί δυο ώρες και είναι συνοδευόμενη, όπως και στην El Atteuf και φυσικά ισχύουν οι ίδιες απαγορεύσεις.
Η Bounoura, η φωτογενής, μεγαλειωδώς χτισμένη στην κορυφή μιας απόκρημνης όχθης, η οποία υψώνεται στην άκρη του ξηροπόταμου. Μια έντονα χρωματιστή πόλη που περιβάλλεται από φοινικόκηπους και κυριαρχείται από μιναρέδες, κτίσματα κομψά και όχι βαρύγδουπα.

Melika, που πήρε τ’ όνoμά της προς τιμήν της βασίλισσάς της, φημίζεται για την καθαρότητα των γραμμών της, το κοκκινωπό της χρώμα, το περίφημο κάστρο της, αλλά προπάντων για το παραδοσιακών αρχιτεκτονημάτων κοιμητήριο της κοιλάδας, όπου βρίσκεται ο τάφος της ιερότερης φυσιογνωμίας του Μ’ζαμπ, του Cheikh Sidi Aissa. Εδώ, έχουμε εφαρμοσμένη σ’ όλο της το μεγαλείο την ενστικτώδη αρχιτεκτονική στους τάφους. Μπροστά από το νεκροταφείο υπάρχει μια μεγάλη πλατεία, η πλατεία της κηδείας και στο βάθος ξεπροβάλλουν πέντε ψηλοί πύργοι, σαν μιναρέδες ισλαμικού τεμένους, τα μαραμπού των ιερωμένων, για να θυμίζουν τις πέντε πόλεις της κοιλάδας Μ’ζαμπ. Περιβάλλονται από μια τεράστια αμμώδη έκταση, γεμάτη πέτρες-ρόδα της ερήμου-και χιλιάδες σπασμένα κανάτια, που λες και τα έστησε περήφανα το χέρι κάποιου σπουδαίου καλλιτέχνη. Στον ισλαμικό κόσμο οι τάφοι είναι ανώνυμοι. Αποχαιρετούν τον νεκρό σπάζοντας κεραμικά επάνω στον τάφο και κανείς δεν πρέπει να ξέρει ποιανού/ης είναι αυτός ο τάφος. Η ιδέα είναι ότι δεν πρέπει ν’ αφήνεις πίσω σου  καμία μνήμη, έφυγες απ’ αυτόν τον κόσμο, κανείς δεν πρέπει να ξέρει, κανείς δεν πρέπει να θυμάται ποιος/α ήσουν. Σ’ αντίθεση με τον χριστιανισμό και με τους σιΐτες, οι οποίοι αποδίδουν στους αγίους ιδιότητες θεϊκές, στους ανθρώπους που είναι ενταφιασμένοι σ’ αυτά τα μαραμπού δεν αποδίδονται ιδιότητες ξεχωριστές. Δεν κάνανε δηλ. κάποια θαύματα, απλά ήταν σεβάσμια πρόσωπα κοινής αποδοχής, που είχανε φτάσει  σε μια πνευματικότητα, άνθρωποι ευσεβείς, καθημερινοί, που διέδωσαν το ισλάμ, που βοήθησαν κάποιο χωριό, που δούλεψαν για την κοινωνία.
Η Ghardaia, αν και δεν είναι η παλαιότερη από τις πέντε πόλεις, είναι η Τρίτη στη σειρά, όμως, απέκτησε μια σπουδαιότητα από την αρχή λόγω του κοινοβουλίου. Στο μέσον της μεγάλης πλατείας, που είναι και το εμπορικό κέντρο της πόλης, οι γέροντες του χωριού αποφασίζανε για τις λύσεις των κοινών προβλημάτων, εδώ λύνονταν όλα τα εκκρεμή ζητήματα. Αυτός ο διαμορφωμένος χώρος του κοινοβουλίου υπάρχει ίδιος και απαράλλακτος από το 1805 που κτίστηκε η πόλη. Όμως το συμβούλιο των γερόντων συναθροίζεται πλέον στο παλιό τζαμί. Η Γκαρντάϊα είναι ένα εξαιρετικό δείγμα Σουδανικής αρχιτεκτονικής, με πολύ στενά δρομάκια ίσα-ίσα που περνάει ένας άνθρωπος γιατί δεν έχουν άλλον τρόπο να προστατευτούν από τον κατακόρυφο ήλιο.  Σπίτια από λάσπη, σε παρεμφερή διάταξη, χωρίς παράθυρα, σπίτια τυφλά όπως και οι γυναίκες, μ’ ένα άνοιγμα στο κέντρο που βλέπει στον ουρανό, τα δωμάτια και οι κοιτώνες αριστερά, η κουζίνα με την καμινάδα δεξιά.  Όταν είναι  καλός και ευχάριστος ο καιρός μένουν στην ταράτσα, όταν κάνει κρύο ή ακραίες θερμοκρασίες, πάνε στα κάτω δωμάτια. Μέσα στον χώρο τον σχετικά λίγο που έχουν σ’ αυτά τα παλιά σπίτια, λίγο πολύ η διάταξη των δωματίων είναι ίδια, διαφοροποιείται μόνο ο εσωτερικός διάκοσμος. Κάθε σπίτι, ανάλογα με τα οικονομικά που έχει στη διάθεσή του, το στολίζει και το φτιάχνει. Γενικώς είναι δροσερά και ωραία σπίτια. Από τότε που μπήκε η Γκαρντάϊα στον κατάλογο των προστατευόμενων πόλεων της UNESCO, υπάρχει πρόγραμμα αναστήλωσης όλων των παλιών μνημείων και σίγουρα σε μερικά χρόνια η πεντάπολης θα είναι το νούμερο ένα αξιοθέατο της Αλγερίας.
Η περιοχή εδώ διακρίνεται σε σχέση με τις άλλες περιοχές για την ικανότητα των ανθρώπων σε μερικές δεξιότητες όπως: την αγγειοπλαστική, κόκκινη ή μαύρη κατασκευασμένη από άργιλο και ψημένη σε καμίνια, ύστερα ζωγραφισμένη με μαύρο μολύβι, η βιομηχανική σιδηρουργία, τ’ αγροτικά εργαλεία, μαχαίρια, σπαθιά, η καλαθοποιία (η πρώτη ύλη που χρησιμοποιείται σ’ αυτή την τέχνη κατασκευάζεται από φύλλα φοίνικα). Η υφαντουργία, η οποία ασκείται από το σύνολο των γυναικών, υφαίνουν εκπληκτικά κιλίμια και χαλιά. Το παζάρι της Γκαρντάϊα φημίζεται για την μεγάλη αγορά ταπέτων και κιλιμιών με γεωμετρικά σχήματα και ωραία ζωντανά χρώματα. Η περιοχή επίσης διακρίνεται για τα παραδοσιακά της κουστούμια, κατασκευασμένα για ν΄ αντιστέκονται γενικώς στις αντιξοότητες και την τραχύτητα του κλίματος. Κάθε μα από τις πέντε πόλεις έχε ειδικευτεί σε μια κύρια απασχόληση. Στην  El-Atteuf είναι οι χασάπηδες, στη Bounoura οι σιδηρουργοί, στη Beni Izquen οι υφαντουργοί, στη Melika οι αγγειοπλάστες, και στη Ghardaia οι έμποροι. Οι Μ’ζαμπίτες είναι δαιμόνιοι έμποροι, με όλη η σημασία της λέξεως, δηλαδή άπαξ και μπεις σε μαγαζί δεν υπάρχει περίπτωση να μην ψωνίσεις. Σημειωτέον ότι έχουν στην κατοχή τους τα καλύτερα μαγαζιά στο Αλγέρι.
Πολιτισμικές-πολιτιστικές ιδιαιτερότητες
Η πόλη λειτουργεί σύμφωνα με τους πατροπαράδοτους κανόνες. Εδώ οι άνθρωποι καταλογίζονται και καταμετρώνται από τις φυλές. Αυτή η σημασία, το ν΄ ανήκεις σε μια φυλή, έπαιζε και παίζει μεγάλο ρόλο στους Μ’ζαμπίτες. Οι κάτοικοι της κοιλάδας που απαρτίζεται από την πεντάπολη και μερικά ακόμη χωριά που δεν έχουν ομοιογένεια αρχιτεκτονική, έχουν όμως ταυτότητα φυλετική, ακόμη και όταν ξενιτεύονται, στα πλαίσια της διατήρησης της παράδοσης, είναι υποχρεωμένοι να γυρίσουν στη Μ’ζαμπ για να παντρευτούν με μέλη της φυλής τους. Εάν παντρευτείς έξω από την κοινωνία, φεύγεις. Εάν φύγεις και θέλεις να παντρευτείς Μ’ζαμπίτσσα είσαι πάντα καλοδεχούμενος στην κοινωνία και τότε κληρονομείς μερίδιο στην όαση και μερίδιο στην κατανομή του νερού. Άρα έχουμε σοβαρά προβλήματα, που εμείς τα θεωρούμε αυτονόητα, γιατί ανοίγουμε τη βρύση και τρέχει το νερό. Εδώ όμως, που το νερό δεν τρέχει έχει σημασία ποιον θα παντρευτείς για να τρέξει νερό στο χωράφι σου. 


Μόλις τα κορίτσια μπουν στη φάση της εφηβείας αμέσως κουκουλώνονται με άσπρο ύφασμα και δεν πρέπει να φαίνεται καθόλου το πρόσωπο, παρά μόνο ένα μάτι, ίσα για να βλέπουνε. Το άλλο είναι σκεπασμένο. Οπότε κρατάνε το λευκό ύφασμα έτσι ώστε ένα μόνο μάτι να φαίνεται. Αν μπορούσε να μην διακρίνεται ούτε κι αυτό θα ήταν ακόμη καλύτερα. Και με το ένα μάτι, αυτές σαν περισκόπιο βλέπουν που θα πατήσουν για να μην σκοτωθούν. Το μάτι εναλλάσσεται, αλλά πολλές γυναίκες έχουν πάθει στραβισμό, γιατί κρατάνε μόνο το ένα. Αντικρύζεις στους δρόμους ηλικιωμένες οι οποίες αφήνουν ενίοτε χαλαρά το μαντήλι και είναι μισότυφλες, γιατί έχει συνηθίσει μόνο το ένα μάτι και στο άλλο έχει ατροφήσει τελείως το οπτικό νεύρο. Και καθώς  οι καιροί έγιναν μοντέρνοι, καθώς η κοινωνία αλλάζει και πλήθος ξένων τουριστών αλλά και Αλγερινών φτάνει στη Μ’ζαμπ, αυτό θορύβησε ακόμη πιο πολύ τους Μ’ζαμπίτες, οι οποίοι προσπαθούν με κανόνες κλειστής κοινωνίας να διατηρήσουν την ταυτότητα και την φυσιογνωμία τους, η οποία φυσιογνωμία έχει να κάνει με την ενδελεχή παρατήρηση του τι συμβαίνει γύρω. Επιβλέπουν με άγρυπνα μάτια μην παρεισφρήσει ανάμεσά τους κανείς ανεπιθύμητος σε τέτοιο βαθμό που η επίσκεψη στις πόλεις είναι συνοδευόμενη.
Υπάρχει ένα συμβούλιο γερόντων που αντιπροσωπεύουν τις 19 φαμίλιες, τα 19 γένη που απαρτίζουνε την Γκαρντάϊα  και αυτοί αποφασίζουν για όλα τα κοινά θέματα, οικογενειακά, ηθικά, πνευματικά,  άσχετα αν έχουν γίνει πολιτικές αλλαγές, αυτό το συμβούλιο εξακολουθεί να υπάρχει και ν’ αποφασίζει όπως τον 10ο αι. Μια από τις δραστηριότητες τις κοινωνικές είναι αυτή της εποπτείας. Υπάρχει όργανο εποπτείας και στηρίζεται σε εθελοντές, οι οποίοι περιπολούν τις γειτονιές της συνοικίας τους για να δουν αν έχει εισχωρήσει κανείς παρείσακτος.


Αυτό ξεκίνησε από την ανάγκη να φυλάσσονται οι οικογένειες, ιδίως οι γυναίκες που είναι μόνες τους, διότι οι άνδρες τους δουλεύουν στ’ Αλγέρι ή εμπορεύονται με πόλεις εκτός Γκαρντάϊας, οπότε είναι μια κοινωνική προστασία για τα χρηστά ήθη του τόπου. Ανά 7 ημέρες το συμβούλιο των γερόντων και τα όργανα της εποπτείας μαζεύονται στο τζαμί, κάνουν μια αναφορά, μια απόδοση του πως έχουν τα πράγματα, τελειώνει ο ρόλος του εθελοντή της μιας εβδομάδας, ένας άλλος μετά αναλαμβάνει, ή κάποιοι άλλοι κι έτσι διαιωνίζεται αυτή η περιφρούρηση της κοινότητας. Στηρίχθηκε λοιπόν αυτή η κοινωνία σ’ ένα σύστημα κανόνων και αξιών τα οποία προβλέπουν ακόμη και ποινές αν κάποιος παραβιάσει τους κανόνες. Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά των Μ’ζαμπιτών. Μια πολύ σκληρή κοινωνία που τηρούν και εννοούν όλα όσα λένε.
Η περιοχή λοιπόν της Γκαρντάϊα δεν είναι μόνο μια γραφική πεντάπολη την οποία η Unesco έχει βάλει στον κατάλογο των προστατευόμενων μνημείων, είναι κάτι περισσότερο. Είναι ένας ολόκληρος κόσμος με την ιστορία που κουβαλάει και τις παραδόσεις που διατηρεί. Μια πραγματικότητα που για κάποιους μπορεί να φαίνεται φολκλορική ή μεσαιωνική, σήμερα στην 3η χιλιετία. Κι αν πας εκεί απαλλαγμένος από προκαταλήψεις, με τους όρους τους δικούς τους, είσαι καλοδεχούμενος, έχεις απολαύσει τη χαρά που σου προσφέρει το αληθινό και φεύγεις από εκεί πλουσιότερος, με μια κουλτούρα ενός λαού που κρατάει από το 702μ.χ ίδια και απαράλλακτη.